Οι ενδοτυμπανικές εγχύσεις αποτελούν μία σύγχρονη μέθοδο με την οποία κατορθώνουμε να χορηγήσουμε φαρμακευτικές ουσίες απευθείας μέσα στο αυτί πετυχαίνοντας αυξημένη συγκέντρωσή τους ακριβώς στο σημείο που θέλουμε.
Παράλληλα μπορούμε να δώσουμε τα φάρμακα που επιθυμούμε σε ασθενείς στους οποίους αντενδείκνυται η συστηματική χορήγηση τους, ενώ συγχρόνως αποφεύγουμε πιθανές παρενέργειες που θα μπορούσαν να προκύψουν από την παρουσία της συγκεκριμένης ουσίας στην κυκλοφορία του αίματος.
Η διαδικασία των ενδοτυμπανικών εγχύσεων γίνεται εύκολα και γρήγορα στο χώρο του ιατρείου ενώ η μόνη προετοιμασία που απαιτείται είναι η λήψη από τον ασθενή ενός παυσίπονου 1 ώρα πριν την προγραμματισμένη ώρα της θεραπείας. Η διάρκεια αυτής καθ’ αυτής της έγχυσης είναι περίπου 1 λεπτό αλλά ο θεραπευόμενος πρέπει να παραμείνει σε κλινήρη θέση για 20 περίπου λεπτά προκειμένου να διασφαλιστεί η καλύτερη δυνατή διάχυση του φαρμάκου στο εσωτερικού του αυτιού.
Η ουσία που εγχύουμε με τις ενδοτυμπανικές ενέσεις είναι συνήθως η κορτιζόνη και αφορά πρωτίστως ασθενείς με αιφνίδια βαρηκοΐα, μία πάθηση που χαρακτηρίζεται από την ξαφνική μερική ή πλήρη απώλεια της ακοής στο ένα αυτί. Σε αυτή την περίπτωση μάλιστα είναι κριτικής σημασίας η κατά το δυνατόν ταχύτερη έναρξη της θεραπείας. Λιγότερο συχνά, οι ενδοτυμπανικές εγχύσεις κορτιζόνης μπορούν να χρησιμοποιηθούν σε ασθενείς που πάσχουν από εμμένουσες, ενοχλητικές εμβοές όπου προσφέρουν προσωρινή συνήθως ανακούφιση.
Τέλος, σπάνια, σε ανθεκτικές περιπτώσεις νόσου του Meniere όπου ο ίλιγγος δεν ανταποκρίνεται σε καμία άλλη θεραπεία και προκαλεί σοβαρή αναπηρία στον ασθενή, μπορούν να χρησιμοποιηθούν οι ενδοτυμπανικές εγχύσεις γενταμυκίνης, οι οποίες καταστρέφουν τον λαβύρινθο που πάσχει και βοηθούν στη σταδιακή αποκατάσταση της ισορροπίας.